Ισίδωρος Μπακάντζα (1887-1909)
Ο Ισίδωρος ήταν περίπου 18 χρονών όταν παρέδωκε τη ζωή του στον Κύριο Ιησού. Η μεγάλη του αγάπη για τον Χριστό φαινόταν στην αφιέρωσή του στη προσευχή και τον ευαγγελισμό. Ο Ισίδωρος αποφάσισε να φύγει από το χωριό του και να πάει σε μια μεγάλη πόλη, ελπίζοντας ότι θα βρει περισσότερες ευκαιρίες για πνευματική κοινωνία και ευαγγελισμό. Βρήκε δουλειά σε μια Βελγική Εταιρία στη φυτεία καουτσούκ Ικίλι.
Ο διευθυντής της φυτείας, Van Cauter, που μισούσε τον Χριστιανισμό, αντιπαθούσε τον Ισίδωρο γιατί πάντα προσπαθούσε να κηρύττει στους συνεργάτες του. Ο Van Cauter έλεγε, "Θα κάνεις ολόκληρο το χωριό να προσεύχεται και κανένας δε θα θέλει να δουλεύει»". Mια μέρα έγινε πυρ και μανία, όταν είδε τον Ισίδωρο να προσεύχεται κατά την περίοδο της ανάπαυσης, και διέταξε τους εργάτες να τον μαστιγώσουν με μαστίγιο από δέρμα ελέφαντα με καρφιά που εξείχαν.
Οταν η πλάτη του νεαρού ήταν γδαρμένη, οι άλλοι εργάτες αρνήθηκαν να τον δέρνουν πια, αλλά ο Van Cauter απείλησε να τους σκοτώσει και συνέχισαν ίσως μέχρι 250 βουρδουλιές. Ο Ισίδωρος έμεινε πεσμένος σε μια λίμνη αίματος, με τη πλάτη του τόσο ξεσχισμένη που μερικά οστά εκτέθηκαν. Οι συνεργάτες του τον άκουσαν να λέει, «Δεν ήθελε να προσευχηθώ στον Θεό ... Με σκότωσε γιατί προσευχόμουνα ... Δεν έκλεψα τίποτα ... Προσευχόμουνα στον Θεό».
Δεν του δόθηκε ιατρική περίθαλψη, αλλά τον έδεσαν με αλυσίδες και τον έκρυψαν. Οταν επισκέφθηκε τη φυτεία ένας επιθεωρητής, διώξανε τον Ισίδωρο από τη φυτεία, αλλά κατάφερε να συρθεί έξω από το δάσος για να ζητήσει τη βοήθεια του επιθεωρητή. Ο σοκαρισμένος επιθεωρητής τον πήρε μαζί του, με την ελπίδα να τον βοηθήσει να συνέλθει. Ηταν όμως αργά.
Ο Ισίδωρος επιβίωσε 6 μήνες ακόμα, με αγωνιώδεις πόνους, κάθε μέρα προσευχόμενος στον Θεό. Πριν πεθάνει είπε ότι είχε συγχωρέσει τον άνδρα που του φέρθηκε με τόσο βάναυσο τρόπο.
BARNABAS AID: ΜΑΪΟΣ/ΙΟΥΝΙΟΣ 2022
