Βαρναβάς
Ένα ακόμα στιγμιότυπο. Γνωστά τα γεγονότα. Οι ιστορικές ώρες για την Εκκλησία της Αντιόχειας. Δεν θα επανέλθουμε.
Η διασπορά της αδελφότητας ύστερα από το διωγμό εξαιτίας του Στέφανου. Και εκείνοι που φεύγοντας από την Ιερουσαλήμ, κατέβηκαν μέχρι της ακτές της Φοινίκης. Πέρασαν στη Κύπρο και με πλεούμενα μπήκαν στην Αντιόχεια.
Κουβαλώντας τη προσφυγιά, τη φτώχεια τους δεν λησμόνησαν το ευαγγέλιο. Και «ελάλουν προς τους Ελληνιστάς ευαγγελιζόμενοι τον Κύριο Ιησούν». Και βέβαια «ην χειρ Κυρίου μετ’αυτών». Και μεγάλος αριθμός πίστεψε και επέστρεψαν εις τον Κύριον. Τούτη βέβαια η είδηση έφθασε στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Ούτε ζήλεια, αντιδικίες, ιστορικά προνόμια. Ούτε, ποιοι είναι αυτοί. Και πώς τόλμησαν. Και τι πιο απλό, «εξαπέστειλαν Βαρναβάν διελθείν έως Αντιοχείας». Τον συνετό άντρα, το γιο της παρηγοριάς, τον καλό κι άτρομο πάντα, δούλο. Δεν ανήκει σ’ αυτές τις γραμμούλες η σκιαγράφηση του Κύπριου λευίτη.
Στα παλιά τα χρόνια που οι κυράδες αγόραζαν μόνες τους το ύφασμα για να το κάμει η ράφτρα, τουαλέτα, κατέβαιναν Ερμού, Αγίου Μάρκου, Καλαμιώτου. Στα «καλά εμπορικά» της εποχής. Ο υπάλληλος έπαιρνε τα τόπια με τα υφάσματα. Τα έβγαζε στο δρόμο που υπήρχε φως και η κυρά διάλεγε. Λίγο μαρτύριο βέβαια για τους εμποροϋπάλληλους …Αλλά εκείνοι πάντα υπομονετικοί. Και με το επαγγελματικό τους χαμόγελο. Διάλεγε η κυρά. Κι αν ήταν γνήσιο κασμίρι, ένα σπίρτο, για κλωστούλα. Και από τη μυρωδιά, καταλάβαινε η κυρά. Ναι, ήταν μάλλινο. Μύριζε. Βέβαια δεν καίγανε μισό τόπι ύφασμα γι’ αυτή τη διακρίβωση. Μια κλωστούλα. Αρκούσε. Τι να πει, πόσα να πει κανείς για τον Βαρναβά. Για να επανέλθουμε στα γεγονότα, κατέβηκε ο απόστολος στην Αντιόχεια και «ιδών τη χάρη του Θεού ε χ ά ρ η».
Στην Ιερουσαλήμ δεν ήταν και τόσο ρόδινη η κατάσταση. Δεν θα περάσουν πολλά χρόνια και ο Παύλος θα γευθεί εκείνο το πικρό «κατηχήθησαν δε περί σου ότι αποστασίαν διδάσκεις» (Πρ. 21:21). Κατηχήθησαν…τα’χαν λοιπόν μάθει όλα για τη Χάρη και απόμεινε το μάθημα τι κάνει, τι λέει, τι διδάσκει ο Παύλος;
Όσο πιο κοντούλης, μικρός είναι κάποιος, τόσο πιο κοντά στα χώματα. Στη λάσπη. Τη γη. Για να δει και να συλλέξει ένα σκουριασμένο καρφί. Μια τρύπια πεντάρα.
Ας σταλούν οι μέλλοντες κήρυκες, δάσκαλοι, ομιλητές και οι μέλλοντες διάκονοι και πρεσβύτεροι σε άλλες εκκλησίες. Όποιες. Όπου. Να δουν τη Χάρη του Θεού. Κι όταν επιστρέψουν, χωρίς να ρωτηθούν, ας δει η Εκκλησία τα πρόσωπά τους. Λάμπουν από χαρά; Για τις άλλες αδελφότητες; Τούτο το χαμόγελο είναι η κλωστή που καίγεται από τον υπάλληλο του εμπορικού στην οδ. Μητροπόλεως. Αυτός που χαίρεται είναι ένας γνήσιος ακόλουθος του Χριστού.
ΣΙΠ
Σεπτ. 2014
