Από το blog του David Robertson
O Oυίλλυ Φίλιπ που διακονεί τη Tron Church στη Γλασκώβη διαδραματίζει βασικό ρόλο στην σημερινή Εκκλησία στη Σκωτία. Mια από τις πολλαπλές πλευρές αυτού του ρόλου μπορεί να είναι ότι μεταβιβάζει τη πνευματική κληρονομιά του πατέρα του, James Philip, o οποίος για πολλά χρόνια είχε μια καρποφόρα και σημαντική διακονία στη Holyrood Abbey Church of Scotland στο Εδιμβούργο.
Ο Ουίλλυ είχε τη καλοσύνη να μου δείξει μερικές από τις ποιμαντορικές επιστολές του πατέρα του. Το ακόλουθο γράμμα γράφηκε το 1971 και είναι συγκλονιστικό, «προφητικό» υπό την καλύτερη έννοια της λέξης. Αναφέροντας στην Κίνα, και την επιρροή των ΜΜΕ – πριν από το Διαδίκτυο – ο κ. Φίλιπ – όπως τον λέγαμε προφήτευε τη κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα.
Η Εκκλησία και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Oι φθοροποιές επιδράσεις των ΜΜΕ.
4 Απριλίου 1971
Αγαπητοί μου,
Πρόσφατα παρακολούθησα μια ενδιαφέρουσα δημόσια συζήτηση. Το θέμα της συζήτησης ήταν σχετικά με τα σύγχρονα ΜΜΕ (τηλεόραση, ραδιόφωνο, διαφήμιση κλπ.) τα οποία έχουν αρχίσει να ασκούν μια επικίνδυνη, ακόμα και καταστροφική επίδραση στην κοινωνία. Τα επιχειρήματα υπέρ αυτής της άποψης ήταν αναμφισβήτητα, καθώς τόνιζε ο πρώτος ομιλητής μερικά από τα προβλήματα που είναι πρόδηλα στους περισσότερους από μας. Προβλήματα που ακόμα και o αντίπαλος ομιλητής ομολόγησε ότι ήταν πραγματικά. Εκείνο όμως που τράβηξε την προσοχή μου ιδιαίτερα ήταν η βασική θέση που παρουσίασε αυτός ο αντίπαλος ομιλητής σε υπεράσπιση – αν μπορεί κανείς να το πει έτσι – των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Hταν παραπλανητικό δήλωσε, να μιλήσει κανείς για επικίνδυνες και δυσοίωνες επιδράσεις στη κοινωνία σαν να ήταν αυτές «μονόδρομος». Τα επιχειρήματά του, εν ολίγοις, ήταν τα εξής:
"Δεν έχουμε τηλεόραση στο σπίτι μας – και ακόμα και να είχαμε, δεν είναι απαραίτητο να την έχουμε πάντα ανοιχτή. Μπορούμε να τη κλείσουμε. Δεν είναι ανάγκη να αγοράσουμε εφημερίδες. Εμείς τις μπάζουμε στα σπίτια μας. Εμείς με την θέλησή μας υφιστάμεθα την επίδραση που ασκούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Και είμαστε ελεύθεροι και μπορούμε να λαμβάνουμε τα κατάλληλα μέτρα."
Παρουσίασε την άποψή του με μεγάλη επιδεξιότητα. Η ήρεμη εμπειρογνωμοσύνη αυτού του ομιλητή ήταν εντυπωσιακή, εξυπνότατη. Eδειχνε να εξομαλύνει την κατάσταση και να xαρακτηρίσει όλα όσα ειπώθηκαν από την άλλη πλευρά ως «πολλή φασαρία για το τίποτα».
Mε σεβασμό όμως, πρέπει να επισημανθεί ότι το θέμα δεν είναι τόσο απλό και ξεκάθαρο όσο το έθετε ο ομιλητής. Είναι αλήθεια ότι μπορεί κανείς να κλείσει την τηλεόρασή του, ή να μην έχει καν μια συσκευή στο σπίτι του. Είναι αλήθεια επίσης ότι μπορεί κανείς να μην αγοράσει εφημερίδες ή περιοδικά για να μην επηρεαστεί υπέρμετρα από τις απόψεις ή τη φιλοσοφία που προωθούν. Aλλά το γεγονός είναι ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν γίνει τόσο απαραίτητα όσο και και διαβρωτικά – ιδιαίτερα το δεύτερο – και είναι σχεδόν αδύνατο να μην έχει κανείς επαφή με αυτά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, χωρίς να κινδυνεύει να μπει στο κοινωνικό περιθώριο και να ζει σαν ερημίτης. Είναι μια από τις τραγικές και τεράστιες ειρωνείες της εποχής μας ότι, σε μια περίοδο η οποία καυχάται για την ανοχή της, την ανεκτικότητα και την ελευθερία της, οι άνθρωποι σχεδόν ποτέ δεν ήταν λιγότερο ελεύθεροι απ’ ό,τι είναι τώρα, και σίγουρα ποτέ λιγότερο ανεκτικοί για οποιαδήποτε πρόκληση σχετικά με τον τρόπο ζωής τους και ποτέ δεν δυσανασχετούσαν πιο έντονα για οποιονδήποτε τους αντιστέκεται στο όνομα της τιμιότητας και της ακεραιότητας.
Πρόσφατα, η εφημερίδα «The Weekly Scotsman» δημοσίευσε ένα άρθρο γι’ αυτό το θέμα, εκλιπαρώντας να τεθεί κάποιος έλεγχος στα μίντια, με το εξής υπότιτλο: «Σ’ αυτή τη κουλτούρα, οι παραδοσιακές φιλελεύθερες στάσεις δεν είναι εφικτές ... Τα μίντια είναι πολύ διαβρωτικά για να παραμείνουν ελεύθερα». Και ανέφερε τα λόγια του διευθυντή του τμήματος ερευνών της Γαλλικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης που είπε, «Δεν μπορούμε ακόμα να προστατευόμαστε από τoν αντίκτυπο των μηχανισμών επικοινωνίας μας, αλλά αν πρόκειται να εμποδίσουμε αυτή την επικείμενη έκρηξη, η κοινωνία πρέπει να θέσει τέρμα στην ελευθερία των μίντια».
Εκείνο που φοβούνται τέτοιοι άνθρωποι – και είναι ένας φόβος που πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι Χριστιανοί – είναι ότι τα μυαλά των ανθρώπων γίνονται ευάλωτα στην χειραγώγηση και τη πλύση εγκεφάλου δυνάμεων που είναι ξένες στη θρησκεία και την ηθικότητα, που δεν εκτιμούν την αλήθεια και την τιμή, και ανελέητα και ασυνείδητα υποτιμούν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τις ανθρώπινες αξίες στη προσπάθειά τους να υπονομεύσουν και να καταστρέψουν τα παραδοσιακά πρότυπα του τόπου μας. Και δε γίνεται να πούμε ότι δεν πρέπει οι άνθρωποι να επιτρέψουν στον εαυτό τους να επηρεάζονται, γιατί αυτό οδηγεί σε παρεξηγήσεις και σε υποτίμηση της σοβαρότητας της. Σαν να επρόκειτο για μια επιπόλαια και ασήμαντη επιφανειακή ενόχληση της κοινωνίας που μεγαλοποιείται δυσανάλογα από μια μειονότητα πουριτανών γερογκρινιάρηδων, ενώ στην πραγματικότητα είναι παράδειγμα μιας από τις πιο απoκρουστικές και φονικές καταστρεπτικές δυνάμεις στην ιστορία. Ας εξηγήσω τι θέλω να πω, μήπως δώσω την εντύπωση ότι πρόκειται απλά για συναισθηματικά και υστερικά λόγια.
Στη σημερινή Κίνα, βλέπουμε την πλήρη άνθηση αυτής της χειραγώγησης και εξαρτημένης πληροφόρησης. Ο Lesley Lyall, ιεραπόστολος στην Κίνα, στο βιβλίο του, «Come Wind, Come Weather» περιγράφει τη βλοσυρή και τρομακτική φύση της Κομμουνιστικής ιδεολογίας, και στο κεφάλαιο με τίτλο «Πλύση εγκεφάλου» γράφει:
«Ο όρος αυτός είναι τώρα πασίγνωστος...πρόκειται για μια τρομακτική μορφή ελέγχου της σκέψης, που εκτελείται κάτω από φοβερή ψυχολογική πίεση. Το να μείνει ένας Χριστιανός ψυχικά υγιής και πιστός στις θρησκευτικές του πεποιθήσεις ύστερα από χρόνια τέτοιας πίεσης είναι ένα θαύμα από μόνο του. Από τότε που οι Κομμουνιστές ανέβηκαν στην εξουσία στη Κίνα, διενεργούν μια συστηματική εκπαίδευση ολόκληρου του πληθυσμού. To επίτευγμα της οργάνωσης είναι εντυπωσιακό, γιατί το έργο αναμόρφωσης ενός πληθυσμού 600.000.000 ανθρώπων συνεχίζεται σε καθημερινή βάση. Κάθε μονάδα της κοινωνίας, υπάλληλοι σ’ ένα γραφείο, παιδιά στην τάξη τους, εργάτες σε εργοστάσιο, κάτοικοι σε μία συνοικία, στρατιώτες σε μια διμοιρία, συναντιόνται καθημερινά, συνήθως εκτός ωρών εργασίας, και υπό την καθοδήγηση ενός εξειδικευμένου κομμουνιστή, μελετάνε τον διαλεκτικό υλισμό σ’ όλες τις πτυχές του και στις διαρκώς μεταβαλλόμενες εφαρμογές του στην επικαιρότητα. Θα έπρεπε κανείς να είναι πολύ καλοδιαβασμένος Χριστιανός για να διατηρεί μια ασάλευτη στάση μετά τις πρώτες λίγες βδομάδες του καθημερινού, διαρκούς, αδυσώπητου βομβαρδισμού του μυαλού με μαρξιστικές ιδέες. Και όμως, Χριστιανοί υφίστανται τώρα αυτή τη πίεση για πάνω από 10 χρόνια. Αναπόφευκτα, η σκέψη τους αναδιαμορφώνεται από πολλές απόψεις, χωρίς να το καταλαβαίνουν...»
Aυτό το μοτίβο αρχίζουμε να βλέπουμε στην κοινωνία μας σήμερα. Ομολογουμένως, δεν γίνονται μαθήματα κατήχησης. Η επίθεση όμως δεν είναι λιγότερο επικίνδυνη, επειδή είναι πιο ύπουλη και δόλια. Ούτε είναι λιγότερο σκόπιμη, καθώς εκμεταλλεύεται την προφανή και φυσιολογική επιθυμία της ανθρώπινης καρδιάς για ενημέρωση και ψυχαγωγία. Το άρθρο στο «The Weekend Scotman» στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, λέει:
«Την τελευταία δεκαετία, οι ευεπηρέαστοι νέοι που πάνε στο σινεμά, είναι θύματα εκμετάλλευσης ώστε να δέχονται την ανηθικότητα, τις σεξουαλικές παρεκκλίσεις, τα ναρκωτικά, την αναρχία, τις εκπαιδευτικές εξεγέρσεις και πολιτικές ανατρεπτικές δραστηριότητες, ως κανόνα».
Το ίδιο ισχύει για την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τη σύγχρονη λογοτεχνία και όλο το φάσμα της διαφήμισης. Είναι σχεδόν αδύνατο να αγοράσει κανείς ένα βιβλίο που τo χυδαίο σεξουαλικό του περιεχόμενο να μην επιδεικνύεται κατάφωρα και να μην φανερώνει όλη τη βρωμιά του στο εξώφυλλο του.
Ο Λόρδος Χέιλσαμ κάποτε είπε: «Η πατρίδα μας καταστρέφεται μπροστά στα μάτια μας από μια συμμορία διανοούμενων χωρίς πίστη, από ανήλικους παραβάτες χωρίς αίσθηση της τιμής, σκανδαλοθηρικούς τύπους χωρίς αγάπη ή συμπόνια, νέους που δεν είναι ικανοί να κάνουν όνειρα και γέροντες που ποτέ τους δεν έχουν ονειρευτεί.»
Αλλά – και εδώ βλέπουμε το δυσοίωνο στοιχείο – oι άνθρωποι συνηθίζουν τις ακατάλληλες ταινίες. Συνηθίζουνε τα βρώμικα έργα στη τηλεόραση, τα χυδαία εξώφυλλα στα βιβλία.
Οι άνθρωποι που ζουν σε ανθρακοφόρες περιοχές τείνουν να μην προσέχουν πια τη δυσωδία των αερίων άνθρακα. Τις έχουν συνηθίσει. Και αυτό περιμένουν οι διεφθαρμένοι εστέτ* μας. Ξέρουν ότι αν μπορούν να βουτάνε τα μυαλά των ανθρώπων για αρκετό καιρό στην δυσώδη ατμόσφαιρα, δε θα την προσέχουν πια. Και τελικά, ασυναίσθητα και ανεπαίσθητα, θα έχουν αναπνεύσει εκείνη την ατμόσφαιρα για τόσο καιρό που θα τους έχει δηλητηριάσει, και θα τους έχει παρασύρει στο βούρκο.
Αυτός είναι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Δε θα μειώνεται, αλλά θα αυξάνεται, με το πέρασμα του χρόνου, αν η διαφθορά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης δεν ελεγχθεί και εξουδετερωθεί. Καλό θα ήταν να γνωρίζουμε με τι μας συμβαίνει.
Μετά τιμής,
James Philip
* αυτός που καταλαβαίνει και απολαμβάνει την ομορφιά στις τέχνες ή στη φύση με εκλεκτικό ή εξεζητημένο τρόπο και αδιαφορεί για πρακτικά ζητήματα