Σε έβλεπα
στ’ αξήμερο
Με το τσαπί στον
ώμο
Με τη πετσέτα
τυλιχτή
Ψωμί ξερό και
ελίτσες.
Σε σιγοκαλημέριζα
Βαρειά ΄ταν η
ντροπή μου
Συ στο χωράφι
μαχητής
Κι ατός κλειστός
στο δώμα
Αναθυμάμαι είπα σου
Εσύ σκαφτιάς
στ’αμπέλι
Συμπάθα το τεμπέλη
Χαμόγελο η
απόκριση:
Ελα να πάμε αντάμα
Τζιτζίκι εσύ και
συντροφιά
Για του Χριστού το
θάμα.
Χωρίς τσαπί μ’ένα
λυρί
Αλλοι πίσω απ’το
ύνι
Σκαυτιάδες και
σποράδες
Στ’Οκτώβρη τη
ψιλοβροχή
Στις χειμωνιάς
χιονιάδες
Αλλοι ξωμάχοι
θεριστές
Σταφυλοπατητάδες
Για της ελιάς οι
μαζωχτές
Του λουτρουβιού
αφεντάδες
Αδύναμος κι
απόξενος
Πανώριο πανηγύρι
Και «μαχητής»
παράξενος
Σε ξένο πορτογύρι
Μ’ένα λυρί
μονόχορδο
Χωρίς αμάχης τόξα
Τον ύμνο το
μονότονο
Για του Θεού τη
δόξα.
ΣΙΠ
Νοέμβρης 2018